ΔΙΑΔΡΟΜΗ ΓΙΑ ΠΕΖΟΠΟΡΙΑ: ΚΟΡΥΦΗ ΤΣΕΚΟΥΡΑ (1724μ)

Όρη Ναυπακτίας: Κρυονέρια (1169μ) – Τσεκούρα (1724μ)
(Περιγραφή διαδρομής & σκαρίφημα από το Ηellas path του Θεσσαλονικιού ορειβάτη Αρη Μαλασιώτη )

Κατηγορία: Πεζοπορία
Μήκος διαδρομής: 4 χλμ
Χρόνος: 1 ώρα 30 λεπτά
Υψομ. διαφορά ανάβασης: 560μ
Βλάστηση: Δάσος με έλατα.
Πόσιμο νερό στη διαδρομή: Ναι (Πιθανόν όχι όλο τον χρόνο)
Κατάσταση εδάφους: Μονοπάτι.
Δυσκολία διαδρομής: Α
Σήμανση: Ναι


Φθάνουμε στα Κρυονέρια και συνεχίζουμε σε χωματόδρομο για Περδικόβρυση.

Μετά από 1500μ συναντάμε μεγάλη πέτρινη βρύση (1).

Συνεχίζουμε στον δρόμο και μετά από 400μ βρίσκουμε αριστερά από τον δρόμο το μονοπάτι (2).
Ανηφορίζει ελαφρά ανάμεσα από παλιές πεζούλες και είναι λίγο κλεισμένο από μικρά έλατα άλλα χωρίς ιδιαίτερο πρόβλημα.
Συναντάμε παλιό πέτρινο αλώνι (3) και μετά από λίγο βγαίνουμε σε ξέφωτο. Χρειάζεται προσοχή ιδιαίτερα στον γυρισμό επειδή εδώ το μονοπάτι είναι δυσδιάκριτο και μπερδεύονται και άλλα μονοπάτια.

Στην συνέχεια ανηφορίζουμε λίγο πιο απότομα και το μονοπάτι στρέφεται ΝΔ μπαίνοντας τελικά σε ελατόδασος. Κινείται τώρα ελαφρά ανηφορικά και είναι στενό άλλα καθαρό καταλήγοντας σε ξέφωτο όπου υπάρχει πηγή (4). (30 λεπτά)
Από εδώ περνάμε ένα μικρό ρεματάκι και συνεχίζουμε σε μισοσβισμένο γιδόστρατο. Περνάμε αρχικά κάποιες πεζούλες και στην συνέχεια αρχίζουμε να τραβερσάρουμε απότομες πλαγιές ανηφορίζοντας σχετικά απότομα . Ελάχιστα διακρίνεται εδώ το μονοπάτι άλλα η σήμανση είναι καλή και δεν χάνεται.

Τελικά ανηφορίζει απότομα και βγαίνει σε ράχη (5).
Στην επιστροφή χρειάζεται προσοχή να βρούμε το σημείο που αφήνουμε την ράχη επειδή τα σημάδια δεν φαίνονται καλά. Εδώ στρεφόμαστε ΝΔ ακολουθώντας αρχικά την ράχη και αργότερα βαδίζοντας δεξιότερα αυτής χωρίς μονοπάτι σε γυμνές πλαγιές.


Στόχος μας είναι ένα διασελάκι πάνω στην κορυφογραμμή που φαίνεται μπροστά μας. Τελικά φθάνουμε στο διάσελο (6) και ανηφορίζουμε απότομα με ΒΔ κατεύθυνση την απόκρημνη και βραχώδη κορυφογραμμή φθάνοντας στην κορυφή Τσεκούρα (7).

Από εδώ υπάρχει άπλετη θέα όλης της Ορεινής Ναυπακτίας και της Νότιας Ρούμελης (Βαρδούσια, Οξιά). (1 ώρα)

Το εν λόγω μονοπάτι έχει καθαριστεί και σημανθεί από τον Γιάννη Καρανικόλα και τη Σούλα Σατλάνη, με μεγάλη προσωπική εργασία και κόπο, εντελώς εθελοντικά.

Ο (πρώην) Δήμος Αποδοτίας.

Ο Δήμος Αποδοτίας πήρε το όνομά του από τον αρχαίο λαό των Αποδοτών οι οποίοι κατοικούσαν την Δυτική και Ανατολική πλαγιά της νοτιοδυτικής συνέχειας του όρους Κόρακος, την κοιλάδα του Μόρνου πλησίον των Οζωλών, Λοκρών. Πόλεις αναφέρονται η Ποτιδάνεια, το Κροκύλειον, το Τείχιον, η Απολλωνία και η πρωτεύουσα Αιγίτιον του οποίου η θέση δεν εξακριβώθηκε.“Το Αιγίτιον απείχε της θαλάσσης 80 σταδίους περί τις τρεις ώρες μάλιστα εφ’ υψηλών χωρίων υπέρ της πόλεις έκειντο λόφοι (Θουκ. Γ.97)”.Άλλοι μεν διατυπώνουν ότι βρίσκονταν όπου η θέση Παληοχώρι της Τερψιθέας άλλοι δε κοντά στο χωριό Λιμνίτσα κοντά στην δεξιά όχθη του χειμάρρου Τερψιθέας. Η πρώτη και η μοναδική φορά που αναφέρεται το Αιγίτιο από ιστορική πηγή είναι στο κεφάλαιο 97 της “Θουκιδίδου Συγγραφής” (Ιστορικό βιβλίο Γ). Σ’ αυτό το κεφάλαιο ο Ιστορικός του Πελοποννησιακού πολέμου περιγράφει της εκστρατεία των Αθηναίων με επικεφαλής το στρατηγό Δημοσθένη εναντίον των Αιτωλών.Το έτος 426 π.Χ. το Δημοσθένη ακολούθησαν εκτός από τους Μεσσηνίους, οι Κεφαλλήνες και οι Ζακύνθιοι, που μαζί με τους 300 Αθηναίους ναύτες έφτασαν από τη θάλασσα στον Οινεώνα της Λοκρίδας. Εκεί ενώθηκαν με τον αθηναϊκό στρατό και οι Οζόλες Λοκροί, που ήταν γείτονες των Αιτωλών και γνώριζαν πολύ καλά την περιοχή. Ενόμιζε ότι δε θα ήταν δύσκολο να υποτάξει το Αιγίτιο προτού να λάβει βοήθεια. Είχε σκοπό πρώτα να επιτεθεί κατά των Αποδοτών έπειτα κατά των Οφιονών και τέλος κατά των Ευρυτάνων. Ο ενιαίος Αθηναϊκός και συμμαχικός στρατός κατασκήνωσε στο ιερό του Νεμείου Διός όπου κατά την παράδοση είχε δολοφονηθεί ο ποιητής Ησίοδος. Από εκεί ξεκίνησαν και προχωρώντας Βόρεια προς το εσωτερικό της Αιτωλίας κατέβαλαν την πρώτη ημέρα των επιχειρήσεων τις Αιτωλικές πόλεις Ποτιδάνεια, Κροκύλειον και Τείχιον.Εν τω μεταξύ οι διάφορες Αιτωλικές φυλές μπροστά στον κοινό κίνδυνο που τις απειλούσε ενώθηκαν και προετοιμάζονταν πυρετωδώς για να αντιμετωπίσουν τον εχθρό. Οι Μεσσήνιοι όμως βλέποντας την αποφασιστικότητα του Δημοσθένη να προχωρήσει ακόμα βαθύτερα στα σπλάχνα της Αιτωλίας γιατί περίμενε βοήθεια από τους ψηλούς ακοντιστές των Λοκρών κατορθώνουν να τον πείσουν να βαδίσει χωρίς εκείνους για να κυριεύσει και τις άλλες αιτωλικές πόλεις. Έτσι ο Αθηναίος στρατηγός κατευθύνθηκε προς το Αιγίτιον, το οποίο και κατέλαβε αμέσως σχεδόν χωρίς μάχη. Οι Αιτωλοί όμως αφού εγκατέλειψαν την πόλη τους ανασύνταξαν τις δυνάμεις τους και συγκεντρώθηκαν στους γύρω λόφους. Κατόπιν επιτέθηκαν με τους ακοντιστές τους κατά των Αθηναίων και των συμμάχων τους. Αυτή η αποφασιστική ενέργεια αιφνιδίασε τους Αθηναίους οι οποίοι και δεν μπόρεσαν να αντιμετωπίσουν τα ακόντια των Αιτωλών, αφότου μάλιστα σκοτώθηκε ο αρχηγός του σώματος των τοξοτών, που ήταν άλλωστε και οι μόνοι ικανοί να πολεμήσουν τους ακοντιστές.Έτσι μετά το θάνατο του τοξάρχου Χόρμωνος του Μεσσηνίου η άμυνα των Αθηναίων αποδυναμώθηκε και οι στρατιώτες τους διασκορπίστηκαν και παγιδευμένοι σε χαράδρες και ορεινούς δύσβατους δρόμους καταστράφηκαν. Ανάμεσα στους νεκρούς ήταν και ο συστρατηγός Πραιλής.Όσοι διέφυγαν το θάνατο στη φοβερή αυτή αναμέτρηση κατέφυγαν στη Ναύπακτο και από εκεί πλεύσανε για την Αθήνα εκτός του Δημοσθένη που παρέμεινε στη Ναύπακτο επειδή φοβόταν την οργή της πολιτείας για την έκβαση της άτυχης εκστρατείας. Υποθέτουμε πως το Αιγίτιο ήταν η πρωτεύουσα της φυλής των Ποδοτών που κατοικούσαν γύρω από τον ποταμό Μόρνο.
Η Αποδοτία κατέχει το Ανατολικό μέρος της Ναυπακτίας ορίζεται προς Ανατολικά και Νότια της Δωρίδος από της οποίας χωρίζεται δια του ποταμού Μόρνου. Δυτικά της Πυλλήνης και Προσχίου και βόρεια της Κλεπαϊδος και Οφιονείας το έδαφος είναι ανώμαλο εν μέρει γόνιμο και σχεδόν όλο ελατόφυτο.Πρωτεύουσα είναι η Άνω Χώρα (Μεγάλη Λομποτινά) η οποία είναι κτισμένη στην μεσαία ΒΑ πλαγιά της κορυφής Συρτά της Παπαδιάς εν μέσω βουνών και επί εδάφους λίγο επικλινούς και χωματώδους και σε υψόμετρο 955 μέτρων.Πάνω και γύρω από το χωριό εκτείνεται δάσος από καστανιές, έλατα και κέδρους. Από την κορυφογραμμή του βουνού το θέαμα είναι λαμπρό. Φαίνεται ο Κορινθιακός Κόλπος και η βόρεια πλευρά της Πελοποννήσου μέχρι την Ακροκόρινθο.
Οι κάτοικοι πριν ιδρύσουν την Λομποτινά κατοικούσαν στη θέση “Παληοχώρα ή Γεροντοκαρυά ή Τείχη” όπου ως φαίνεται εκ της θέσεως ήταν το αρχαίο Τοιχίο το οποίο είχε κυριεύσει ο Δημοσθένης. Η θέση αυτή είναι 45 λεπτά ΒΑ της Λομποτινάς όπου και μυθολογείτε ότι κατοίκησαν πρόσφυγες από την Κωνσταντινούπολη μετά την κατάληψη της πόλης από τους Τούρκους.Μετά την αύξηση των οικογενειών οι κάτοικοι μετοίκησαν περί 1550-1600 και αποτέλεσαν την ήδη Λομποτινά. Πρώτες οικογένειες οι εξής: Καναβού, Σωτηραίων, Τριάντη, Παπαχρήστου, Καρρά, Καλλιαμβάκου, Ζωητάκη, Ρέππα, Πατούχα, Πετσίνη, Σακελλάρη, Παπαγεώργη, Καπορδέλη και Χατζοπούλου.

 

Το γεφύρι στα Στενά

Το γεφύρι στα Στενά έφερε σε επικοινωνία τους κα­τοίκους της Κλεπάς και της περιοχής της με τα απέναντι νοτιόχωρα, τα Κρυονέρια, την Ελατόβρυση, κ.ά.

Θεωρείται το στενό αυτό του Ευήνου πύλη από την Ευρυτανία στην Αιτωλία: Από εδώ εισέβαλε το φθινόπωρο του 1823 ο Μουσταή Πασάς της Σκόδρας, αφού είχε συγκρουστεί στο Κεφαλόβρυσο Καρπενησίου με τον Μάρκο Μπότσα­ρη με τα γνωστά αποτελέσματα.

Εδώ από πάνω στα απρόσιτα βράχια της «Αποκλείστρας» της Κλεπάς είχε καταφύγει τότε κόσμος και γλίτωσε. Ακόμα σήμερα καταφεύγουν εκεί πάμπολλα αρπακτικά, γεράκια, αετοί, δείγμα υγείας του τοπικού οικοσυστήματος. https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEjl9osnOfpu-zY2BjteZU69yWmHKFD1N-a-m-CHoLceXAK-pTPa1YkZIhwynOMgamAjFa1kDWqKZ7O8wGz_4GjKs5AkC_wCQ48tne7RiHUnMe2rKT1oxp9ulEDdKWnEaCQI_j9XX2zqEIV6/s1600/%CE%93%CE%95%CE%A6%CE%A5%CE%A1%CE%99+%CE%95%CE%A5%CE%97%CE%9D%CE%9F%CE%A5-www.odamianos.blogspot.gr.JPG

Πρόκειται για γέφυρα με χαμηλωμένο τόξο. Το άνοιγμα της είναι 10,42 μ, το βέλος του τόξου 3,56 ± 0,01 μ., ενώ το εσωράχιο βρί­σκεται περίπου 12,60 μ. πάνω από την κοίτη. Το κατάστρωμα καταστρώ­θηκε οριζόντιο. Το κατασκευαστικό του πλάτος μετρήθηκε 3,04 μ. περιο­ρίζεται δε από δύο υποδειγματικά λαξευμένα λίθινα στηθαία, συχνά ολόλιθα πλάτους 0,32 ή 0,34 μ. και ύψους 0,53μ. έως 0,64 μ. Στη βάση των στηθαίων προβάλλει κατά 0,18 μ. πέτρινος κοσμίτης πάχους (ύψους) 0,23 μ. και το μέτωπο του τόξου προβάλλει ελαφρά λίγα εκατοστά: Απο­τελείται από μεγάλους θολίτες μήκους 0,70 μ. με περιτένεια γύρω και κύ­φωση ενδιάμεσα.